Η καθημερινότητα ενός ταμία στην ΕΤΕ τα τελευταία 15 χρόνια ή γιατί να έρθει κάποιος να εργαστεί στην ΕΤΕ!

Κάθε πρωί αρκετά πριν τις 07:45 μπαίνω στο κατάστημα και αναρωτιέμαι τι θα με βρει και σήμερα. Αφού ανοίξω τον υπολογιστή μου τσεκάρω τα ΑΤΜ τα οποία ή θα είναι σίγουρα άδεια (με τόσο χαμηλό όριο είναι σίγουρο) ή θα έχουν μπλοκάρει οι καταθέσεις. Αρχίζω να ανεβάζω παλμούς και σκέφτομαι πώς θα προλάβω πάλι σε ένα τέταρτο να γεμίσω 2 ΑΤΜ και να ξεμπλοκάρω και τις καταθέσεις.

Ταυτόχρονα περιμένω να πάει 07:45 για να χτυπήσω την κάρτα στο Εργάνη γιατί σαν σοβαρή επιχείρηση που είμαστε δεν μπορώ να την χτυπήσω πιο νωρίς. Δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα. Αφού κατορθώσω και τελειώσω με τα ΑΤΜ ρίχνω και μία ματιά στο APS μήπως θέλει ανεφοδιασμό στα ψιλά.

Καταφέρνω να ανοίξω το κατάστημα κατά τις 08:10 ιδρωμένος, με την πίεση στα ύψη και τους πρώτους πελάτες να ρωτούν τι κάνουμε τόση ώρα και δεν ανοίγουμε (λένε: ε ρε ελληνικό δημόσιο!!!). Ο πρώτος που θα έρθει αν είναι τυχερός θα έχει συναλλαγή που θα μπορώ να τον εξυπηρετήσω από το γκισέ.

Αλλιώς ξεκινάω να αφηγούμαι το παραμύθι: Ξέρετε στο ταμείο εξυπηρετούμε μόνο αναλήψεις πάνω από 400 ευρώ, καταθέσεις πάνω από 1.000 και κάποιες άλλες λιγοστές συναλλαγές. Ο πελάτης αναρωτιέται μα γιατί αφού ο κορονοϊός πέρασε τα μέτρα αυτά έχουν παραμείνει;

Εγώ από μέσα μου μονολογώ: αθώο μου πλάσμα, μα φυσικά για να εξυπηρετείστε μόνοι σας από το σπίτι και το e-banking ή από τα μηχανήματα και όταν καταφέρουν να σας διώξουν όλους τότε θα διώξουν και εμάς.

Φυσικά εύχομαι το  μπινελίκι να το αρχίσουν οι πελάτες λίγο αργότερα γιατί ακόμα οι παλμοί μου από το πρωινό τρέξιμο δεν έχουν επανέλθει στις φυσιολογικές τιμές.

Κοιτώντας την οθόνη κατά τις 08:15 έρχεται το πρώτο email για τους στόχους. Όπως πάντα κάποια καταστήματα πήγαν καλά και κάποια όχι. Αρχίζει η λεκτική πίεση ότι έχουμε μείνει πίσω, δεν προσπαθούμε όσο πρέπει και ότι πρέπει να ντρεπόμαστε με την εικόνα που έχουμε.

Βρίζουν οι πελάτες μας μαλώνει και το αφεντικό. Δεν πειράζει λέω ας συνεχίσουμε είναι νωρίς ακόμα και πρέπει να αντέξουμε. Αρχίζει η ουρά στο APS να μεγαλώνει και η μουρμούρα το ίδιο. «Θα έρθει κάποιος να μας βοηθήσει; Θα βάλετε άλλο μηχάνημα;» Πιάνω το σύνθημα και σηκώνομαι να ηρεμήσω τα πλήθη.

Ακούω λίγα μπινελίκια ακόμα και γυρνώ στη θέση μου. Η ώρα κυλά δύσκολα.

Σκάει άλλο email για teams το μεσημέρι 14:15 με 15:00. Για όλους ανεξαιρέτως. Σκέφτομαι πάλι: καλά εγώ θα πω στον Διευθυντή ότι είμαι στο ταμείο και πρέπει να κλείσω. Ποιος όμως θα μείνει για να βοηθήσει με τα μηχανήματα; Και πώς οι συνάδελφοι θα κλείσουν στην ώρα τους; Συνεχίζω να εξυπηρετώ πελάτες με το κεφάλι καζάνι.

Έρχονται νέα μαντάτα: το τάδε κατάστημα έκλεισε, το τάδε δουλεύει χωρίς ταμεία, το δείνα συγχωνεύθηκε κλπ. Απόγνωση, τα βλέπω όλα μαύρα.

Το μεσημέρι κλείνω και αρχίζω να τρέχω για τα μηχανήματα. Κλείνω ταμείο και μπαίνω στο teams. Παρακολουθώ ανθρώπους να μιλάνε μία άλλη γλώσσα, να παρουσιάζουν ένα μέλλον δυστοπικό, να λένε όλα πρόκειται να αλλάξουν είτε το θέλετε είτε όχι. Όποιος δεν του αρέσει μπορεί να φύγει (το έχω ακούσει και αυτό).

Στις 15:15 ο διευθυντής φωνάζει: χτυπήστε τις κάρτες σας. Τον αγνοώ και τη χτυπάω στις 16:00 που φεύγω.

Μου λένε κάποιοι συνάδελφοι: ότι ώρα και να τη χτυπήσεις δεν πρόκειται να πληρωθείς οπότε τι κάνεις τον μάγκα; (παρεμπιπτόντως δίκιο έχουν). Τέλος πάντων φεύγω και γυρνώ στο σπίτι.

Κάνω καμιά ώρα να συνέλθω από τη δουλειά. Κοιτάω τα παιδιά μου και τη γυναίκα μου στα μάτια, πνίγω το λυγμό μου και προσπαθώ να ζήσω σαν άνθρωπος.

Το βράδυ πέφτω να ξαπλώσω και σκέφτομαι το μέλλον. Τίποτα ελπιδοφόρο στον ορίζοντα. Ο ύπνος μου ταραγμένος και όλο ξυπνώ με εφιάλτες. Το πρωί που σηκώνομαι νιώθω κουρασμένος. Παίρνω μια μεγάλη ανάσα, σφίγγω τα δόντια και ξεκινώ. Σκέφτομαι: υπομονή μέχρι την Παρασκευή…

Προηγούμενο άρθροΧωρίς Τίτλο της Όλγας Στέφου, Εποχή 10/09/2023
Επόμενο άρθροΤο ΤΥΠΕΤ και οι ταχυδακτυλουργοί του.