Από τα αναγνώσματα που ξεχώρισαν για το 2022, το βιβλίο του M.J. Sandel, καθηγητή Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Harvard University, θέτει το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων σε πυρηνικά ερωτήματα για την κρίση Δημοκρατίας στην εποχή μας και τον κατατάσσει ως έναν από τους σπουδαιότερους πολιτικούς φιλοσόφους του 21ου αιώνα, ο οποίος δεν αρκείται με το έργο του στην προσπάθεια ερμηνείας του κόσμου, αλλά προεκτείνει την προσπάθειά του στο να τον αλλάξει.
Εκκινώντας από ερωτήματα που ιχνηλατούν την έννοια της «αξιοκρατίας» στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία, ο Sandel προσκαλεί τον αναγνώστη να αναρωτηθεί «Ποια είναι η αξία της εργασίας ενός νοσοκόμου ή ενός υπαλλήλου στη δημοτική υπηρεσία καθαριότητας; Είναι άραγε μικρότερη ή μεγαλύτερη εκείνης ενός μεγιστάνα των καζίνο; Πώς μπορούμε αλήθεια να κάνουμε μια τέτοια αντιπαραβολή; Αρκεί το να συγκρίνουμε το ύψος της αμοιβής τους ή το κέρδος που αποκομίζει κανείς από αυτές; Μήπως οφείλουμε να συνυπολογίσουμε σε αυτά και το μέγεθος της συνεισφοράς τους στο κοινό καλό; Κι αν ναι, αναγνωρίζουμε πάντα αυτό το τελευταίο ως κοινωνίες;». Σε αυτή τη βάση, ο συγγραφέας εντοπίζει αυτό που αποκαλεί «ύβριν της αξιοκρατίας», εννοώντας μια εν πολλοίς επικρατούσα σύγχρονη θεώρηση για την «αξιοκρατία», κατά την οποία δεν υφίσταται μόνο ο ισχυρισμός ότι αυτοί που κερδίζουν το αξίζουν, αλλά συμπεριλαμβάνει και τη θεώρηση ότι εκείνοι που χάνουν το αξίζουν επίσης. Με αυτό τον τρόπο παράγεται ένα «τοξικό μείγμα αλαζονείας και μνησικακίας». Οι ελίτ εμφανίζονται ανάλγητες, απόμακρες και κυνικές, προκαλώντας εντέλει τη λαϊκή και συχνά λαϊκίστικη αντίδραση.
Για τον Sandel η έννοια της «αξιοκρατίας» οφείλει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το «κοινό καλό», με το τι αξία έχει συνολικά για την κοινωνία κάθε ανθρώπινη δράση και κάθε παραγωγική δραστηριότητα. Προεκτείνοντας τη σκέψη αυτή, θέτει στο στόχαστρο μιαν άλλη, εξίσου απεχθή αν και ευρύτατα διαδεδομένη, αντίληψη. Πρόκειται για την πεποίθηση σύμφωνα με την οποία το πόσα κερδίζεις ταυτίζεται με το πόσα αξίζεις κοινωνικά. Για τον Αμερικανό φιλόσοφο, ο πλούτος δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση απόδειξη κοινωνικής προσφοράς. Αρκεί να θυμηθούμε την πανδημία. Τότε, όλοι όσοι βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή (νοσηλευτές, υπάλληλοι σούπερ μάρκετ, τραπεζοϋπάλληλοι, εργαζόμενοι σε delivery και στις μεταφορές κ.λπ.), εκείνοι δηλαδή που προσέφεραν τα περισσότερα στο κοινωνικό σύνολο, αμείβονταν και συνεχίζουν να αμείβονται κατά τεκμήριο δυσανάλογα με το ύψος της κοινωνικής τους προσφοράς.
Συγκεφαλαιώνοντας, ο Σαντέλ, αφού επισημαίνει την αλαζονεία που γεννά η «αξιοκρατία» στους κερδισμένους και τη σκληρότητα που υφίστανται εκείνοι που μένουν πίσω, προτείνει έναν εναλλακτικό τρόπο προσέγγισης της επιτυχίας – έναν τρόπο που αναδεικνύει τον ρόλο της τύχης στις ανθρώπινες υποθέσεις, ενθαρρύνει μια ηθική της σεμνότητας και της αλληλεγγύης και είναι πιο ανοιχτός σε μια πολιτική που υπηρετεί την έννοια του κοινού καλού. Χρήσιμο ανάγνωσμα, έτι περαιτέρω και για όσες και όσους εντάσσουν στην προβληματική τους την ανάγκη λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος προς όφελος της κοινωνίας , με όρους δημόσιου συμφέροντος.